Σάββατο, 18 Μαΐου, 2024
ΑρχικήPRESS ! ONOpinionΠώς η νομική αναγνώριση των ομόφυλων οικογενειών στην Ελλάδα ευθυγραμμίζεται με τις...

Πώς η νομική αναγνώριση των ομόφυλων οικογενειών στην Ελλάδα ευθυγραμμίζεται με τις επιστημονικές γνώσεις

Του Δημήτρη Παπαδημητριάδη*

Η νομική κατοχύρωση των δικαιωμάτων στο γάμο και την τεκνοθεσία για τους ομοφυλόφιλους Έλληνες είναι μια ιστορική μεταρρύθμιση. Όχι μόνο γιατί ευθυγραμμίζεται με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και γιατί αντανακλά την εξελισσόμενη κατανόηση της ανθρώπινης ψυχής, που ενημερώνεται περισσότερο από την επιστημονική έρευνα και λιγότερο από τα στερεότυπα ή τις ιδεολογικές αγκυλώσεις.

Η Ελλάδα, με την πλούσια ιστορική κληρονομιά της και την επιρροή του ορθόδοξου χριστιανισμού, έχει παραδοσιακά συντηρητικές απόψεις σχετικά με την οικογενειακή δομή. Ωστόσο, οι πρόσφατες αλλαγές στις στάσεις της κοινωνίας, που χαρακτηρίζονται από την αυξανόμενη αποδοχή των διαφορετικών μορφών οικογένειας, υποδηλώνουν έναν σημαντικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες του ιδίου φύλου στην Ελλάδα κυμαίνονται από το κοινωνικό στίγμα έως τις διακρίσεις. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η αναγνώριση των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων ιδίου φύλου – οπουδήποτε λαμβάνει χώρα στον κόσμο -, όχι μόνο επικυρώνει τις οικογένειες που δημιουργούν, αλλά συμβάλλει επίσης στη μείωση του στίγματος και των διακρίσεων που αντιμετωπίζουν, προωθώντας και την ευημερία των παιδιών σε αυτές τις οικογένειες.

Αναπτύσσουν υγιείς ταυτότητες και ρόλους φύλου

Στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης βρίσκεται η ανησυχία μέρους της κοινής γνώμης για την ευημερία των παιδιών που μεγαλώνουν σε αυτές τις οικογένειες. Η έρευνα στην αναπτυξιακή ψυχολογία διαπιστώνει σταθερά ότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη συναισθηματική, ψυχική και κοινωνική ευημερία των παιδιών που μεγαλώνουν από ομόφυλους γονείς σε σύγκριση με εκείνα που μεγαλώνουν από ετερόφυλους γονείς. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές απόψεις, μια πληθώρα μελετών, συμπεριλαμβανομένων των σημαντικών ερευνών από τους Goldberg (2010), Gartrell & Bos (2010) και Farr, Forssell και Patterson (2010), καταρρίπτουν τους μακροχρόνιους μύθους ότι τα παιδιά χρειάζονται γονείς διαφορετικού φύλου για να αναπτυχθούν υγιώς. Ο ισχυρισμός ότι τα παιδιά χρειάζονται γονείς διαφορετικού φύλου έχει τις ρίζες του στην πεποίθηση ότι κάθε φύλο συμβάλλει μοναδικά στην ανάπτυξη ενός παιδιού, όπως αυτή διαμορφώθηκε από ψυχολογικές θεωρίες του προηγούμενου αιώνα. Για παράδειγμα, η φροϋδική θεωρία πρότεινε ότι η ταύτιση με τον ομόφυλο γονέα είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της ταυτότητας φύλου.

Διαβάστε το 3ο τεύχος της «GOVNews Weekly»!

Ωστόσο, οι σύγχρονες εμπειρικές έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι τα παιδιά δύο γονέων με το ίδιο φύλο αναπτύσσουν υγιείς ταυτότητες και ρόλους φύλου, συχνά με μια ευρύτερη και πιο περιεκτική κατανόηση για το φύλο. Αυτή η αλλαγή συνειδητοποίησης είναι σημαντική γιατί απηχεί την ευρύτερη εξέλιξη στον ίδιο τον τομέα της ψυχολογικής επιστήμης, που μετακινείται από άκαμπτες, βασισμένες στο φύλο θεωρίες, σε μια διαφοροποιημένη αντίληψη της οικογενειακής δυναμικής και της ανάπτυξης του παιδιού. Αναδεικνύεται η σημασία των γονεϊκών δεξιοτήτων έναντι του γονικού φύλου, υποδηλώνοντας ότι ένα υποστηρικτικό περιβάλλον που προσφέρει αγάπη, ζεστασιά και ασφάλεια είναι αυτό που έχει την ουσιαστική επίδραση στην προώθηση της υγιούς ψυχικής και συναισθηματικής ανάπτυξης.

Τα παιδιά ομόφυλων γονέων δημιουργούν υγιείς κοινωνικές σχέσεις

Η επιστημονική έρευνα εμβαθύνει ακόμη στα μοναδικά πλεονεκτήματα που μπορούν να προσφέρουν τα ομόφυλα ζευγάρια στη γονική μέριμνα. Μια μελέτη των Biblarz και Stacey (2010) πρότεινε ότι οι γονείς του ίδιου φύλου συχνά επιδεικνύουν πιο αφοσιωμένο στυλ γονικής μέριμνας το οποίο συμβάλλει σε ένα περιβάλλον που ευνοεί την ανοιχτή επικοινωνία και τη συναισθηματική ανάπτυξη. Ενώ η προθυμία και η δέσμευση, που παρατηρούνται σε πολλά ομόφυλα ζευγάρια που επιλέγουν να γίνουν γονείς, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη δημιουργία ενός υγιούς οικογενειακού περιβάλλοντος που παρέχει φροντίδα.

Επιπλέον, οι κοινωνιολογικές μελέτες υπογραμμίζουν την ανθεκτικότητα που χτίζουν τα παιδιά σε οικογένειες του ιδίου φύλου. Έχοντας να αντιμετωπίσουν διαρκείς κοινωνικές προκλήσεις, αυτά τα παιδιά τείνουν να αναπτύσσουν μια μοναδική κατανόηση της διαφορετικότητας, της ανεκτικότητας και της συμπερίληψης από νεαρή ηλικία’ ιδιότητες ανεκτίμητες στην ολοένα και περισσότερο ποικιλόμορφη παγκόσμια κοινωνία μας. Σε ό,τι αφορά στις σχολικές επιδόσεις των παιδιών, η πρωτοποριακή έρευνα των Mazrekaj κ.ά. (2020) στις Κάτω Χώρες, σε 2971 παιδιά ομόφυλων ζευγαριών τα οποία παρακολούθησε από τη γέννηση μέχρι τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αποκάλυψε ότι αυτά τα παιδιά συχνά υπερτερούν ακαδημαϊκά από τους συνομηλίκους τους. Η τάση αυτή ήταν ξεκάθαρη στην έρευνά τους ακόμη και όταν λαμβάνονταν υπόψη η διαφορά στο κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο σε σχέση με τα υπόλοιπα παιδιά, γεγονός που υποδηλώνει μια πιθανή συσχέτιση με την αποφασιστική γονική μέριμνα που παρατηρείται στα ομόφυλα ζευγάρια. Παρομοίως, άλλες μελέτες, όπως η έρευνα των Farr, Forssell και Patterson (2010) έδειξαν ότι τα παιδιά ομόφυλων γονέων δημιουργούν υγιείς κοινωνικές σχέσεις, που χαρακτηρίζονται από ανοιχτό μυαλό και ενσυναίσθηση και λιγότερα προβλήματα συμπεριφοράς.

Ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν καθορίζεται από τους γονείς

Μία αδόκιμη ανησυχία της κοινωνίας περιστρέφεται, τέλος, γύρω από την επιρροή του σεξουαλικού προσανατολισμού των ομοφυλόφιλων γονέων στη σεξουαλική ταυτότητα των παιδιών τους. Και εδώ η επιστήμη παρέχει σαφείς απαντήσεις, καθώς ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν καθορίζεται από τους γονείς, ενώ τα παιδιά ομόφυλων οικογενειών είναι ετεροφυλόφιλα σε ποσοστό ανάλογο με τον γενικό πληθυσμό. Για παράδειγμα, οι Tasker και Golombok (1997) δεν διαπίστωσαν διαφορά στον σεξουαλικό προσανατολισμό των νεαρών ενηλίκων που μεγάλωσαν από λεσβίες μητέρες σε σύγκριση με ετεροφυλόφιλες μητέρες. Αυτά τα ευρήματα είναι καίρια για τη διάψευση της παρανόησης ότι τα παιδιά ομόφυλων γονέων είναι πιο πιθανό να ταυτιστούν ως LGBTQΙΑ+.

Σε αντίθεση με τις πολιτικές απόψεις και τις ακατέργαστες γνώμες της κοινωνίας που γνωρίζει το ζήτημα από επικεφαλίδες και σχόλια χωρίς ενημέρωση, η διεθνής επιστημονική έρευνα υποστηρίζει ακόμη τη δυνατότητα της παρένθετης κύησης ως μία δόκιμη επιλογή για τα ομόφυλα ζευγάρια που επιδιώκουν τη γονεϊκότητα. Η απαγόρευση της πρόσβασης ανθρώπων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σε αυτό το επιστημονικό επίτευγμα είναι ανεπίτρεπτη γιατί οι κατακτήσεις της ιατρικής επιστήμης δεν αφορούν στους πολλούς ή στους λίγους. Είναι για όλους.

Μόνο θετικά θα επηρεάσει την ελληνική κοινωνία

Η επιστημονική κοινότητα προτείνει μια συγκεκριμένη προσέγγιση στις εφαρμογές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που διασφαλίζει όλες τις ηθικές, νομικές και ψυχικές πτυχές, όπως ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των εμπλεκόμενων μερών, με διαφάνεια και προηγούμενη ψυχιατρική αξιολόγηση. Οι δε ανησυχίες σχετικά με τις ψυχικές επιπτώσεις στα παιδιά που γεννιούνται μέσω παρένθετης κύησης από γονείς του ίδιου φύλου έχουν αποδειχθεί αβάσιμες (Van Gelderen κ.ά., 2012). Η ποιότητα της σχέσης γονέα-παιδιού και όχι το μέσο σύλληψης είναι αυτό που επηρεάζει πραγματικά την ευημερία ενός παιδιού. Αναγνωρίζοντας το δικαίωμα στην παρένθετη κύηση, η Ελλάδα θα μπορούσε να υποστηρίξει όχι μόνο τα αναπαραγωγικά δικαιώματα των ομοφυλόφιλων πολιτών της, αλλά και να επικυρώσει τις διαφορετικές οδούς για τη δημιουργία σταθερών και αγαπημένων οικογενειών.

Διαβάστε το 3ο τεύχος της «GOVNews Weekly»!

Εν κατακλείδι, η αναγνώριση των δικαιωμάτων στο γάμο και στη γονική μέριμνα για τα ομόφυλα ζευγάρια μόνο θετικά θα επηρεάσει την ελληνική κοινωνία στο σύνολό της, χωρίς να ενέχει κινδύνους για τα παιδιά τους. Αποτελεί μια απαραίτητη κοινωνική εξέλιξη σε έναν κόσμο που είναι ολοένα και πιο διασυνδεδεμένος γιατί θα προωθήσει την κουλτούρα της συμπερίληψης, της ανοχής και του σεβασμού της διαφορετικότητας. Καθώς τα παιδιά του αύριο, από τις οικογένειες όλων των φύλων, θα μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον όπου οι διαφορές μεταξύ των ανθρώπων θα γιορτάζονται αντί να γίνονται αιτίες παρενόχλησης ή βίας, θα μαθαίνουν τις αξίες της αποδοχής και της ισότητας που είναι απόλυτα χρήσιμες για την πρόοδο και την αρμονία κάθε κοινωνίας.


  • Ο κ. Δημήτρης Παπαδημητριάδης είναι ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής. Εξειδικεύτηκε στο Λονδίνο (Royal Free Hospital & UCL School of Medicine, Halliwick Personality Disorder Service) και στην Αθήνα (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής, Περιφ. Γενικό Νοσοκομείο “Ευαγγελισμός”).

Έχει λάβει ειδικούς τιμητικούς επαίνους για δραστηριότητές του από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, την Επιστημονική Εταιρεία Γενικής Ιατρικής, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Μη-Κυβερνητικών Οργανώσεων, την Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων 2004 και το Βραβείο “Κοινωνία των Πολιτών” των Δημοσιογράφων της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΡΑ).

Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας στο διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φοιτητών Ιατρικής (EMSA) με έδρα τις Βρυξέλλες και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Φοιτητών Ιατρικής Ελλάδας (ΕΕΦΙΕ).

Περισσότερα στο papadimitriadis.gr

 

Μάθετε πρώτοι τα τελευταία νέα
Ακολουθήστε μας στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Τελευταία Νέα

Ακολουθήστε μας στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις μας